Η οδήγηση σε βρεγμένο οδόστρωμα απαιτεί σύνεση και γνώση, αφού η πρόσφυση μειώνεται και παράλληλα, οι απαιτούμενες αποστάσεις φρεναρίσματος, αυξάνονται.
Ο χειμώνας έφτασε οπότε καλό είναι να θυμηθούμε ορισμένους βασικούς, άτυπους κανόνες, για την ασφαλέστερη δυνατή οδήγηση υπό βροχή.
Από τη στιγμή που το οδόστρωμα μετατραπεί από στεγνό σε βρεγμένο, αυτό συνεπάγεται αυτομάτως τη μείωση της πρόσφυσης, καθιστώντας το εγχείρημα της οδήγησης, ακόμη πιο περίπλοκο.
Αυτό που ποτέ δεν αλλάζει σε συνθήκες κίνησης στο δρόμο, είναι πως πρέπει διαρκώς να λειτουργούμε "αμυντικά", δηλαδή να κινούμαστε όσο πιο συντηρητικά γίνεται ώστε αφενός να μειώσουμε τις πιθανότητες δικού μας λάθους και αφετέρου, να αποκτήσουμε μεγαλύτερες δυνατότητες αντίδρασης, σε περίπτωση λάθους κάποιου άλλου οδηγού.
Σε αυτό το πλαίσιο, παρουσιάζουμε ορισμένες από τις θεμελιώδεις ενέργειες που πρέπει να έχουμε κατά νου, όταν βρισκόμαστε πίσω από το τιμόνι υπό βροχή, με βάση και τις συμβουλές της ιταλικής μάρκας κατασκευής ελαστικών, Pirelli.
Οι βασικές ενέργειες κατά την οδήγηση υπό βροχή
Καταρχάς, ανεξάρτητα από την εποχή ή τις καιρικές συνθήκες, τα ελαστικά του αυτοκινήτου μας πρέπει να βρίσκονται σε καλή κατάσταση.
Από εκεί και έπειτα, σημαντική είναι η επικινδυνότητα που προκύπτει τόσο το χειμώνα όσο και κατά το φθινόπωρο, αφού οι δρόμοι είναι υγροί και η πτώση φύλλων στην άσφαλτο, μπορούν να εκμηδενίσουν την πρόσφυση ακόμη και χωρίς την ύπαρξη βροχής.
Πώς πρέπει να αντιδράσουμε λοιπόν, σε περίπτωση που κληθούμε να οδηγήσουμε το αυτοκίνητό μας σε βρεγμένο οδόστρωμα και υπό βροχή;
Καταρχάς, πρέπει να διατηρήσουμε την ηρεμία μας και να μην πανικοβληθούμε, φροντίζοντας ώστε το πάτημα των πεντάλ (γκάζι, φρένο) και οι κινήσεις του τιμονιού να γίνουν με πιο απαλό τρόπο.
Στα σύγχρονα αυτοκίνητα, είναι χρήσιμο να μην απενεργοποιηθεί ηλεκτρονικό πρόγραμμα ευστάθειας (ESP). Σε περίπτωση που το αυτοκίνητο δε διαθέτει προηγμένα ηλεκτρονικά συστήματα, συνίσταται να οδηγούμε με μια σχέση παραπάνω (πχ με 3η αντί για 2η), ώστε να μειωθούν οι πιθανότητες επιπλέον ολίσθησης μέσω σπιναρίσματος, των τροχών, αφού πρακτικά το αυτοκίνητο θα δέχεται μικρότερες τιμές ροπής.
Πέραν της μειωμένης πρόσφυσης, ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας σε περίπτωση βροχής, είναι η μειωμένη ορατότητα. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να φροντίσουμε ώστε οι υαλοκαθαριστήρες και το παρμπρίζ να βρίσκονται σε άριστη κατάσταση ανά πάσα στιγμή.
Επιπλέον, είναι απαραίτητο να μην επιτρέψουμε το θόλωμα του εμπρός παρμπρίζ, κάτι που συμβαίνει με την κατάλληλη ενέργεια (κατεύθυνση αέρα προς το παρμπρίζ) μέσω του συστήματος κλιματισμού.
Αυτοσυγκέντρωση και προσοχή
Ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες, η αυτοσυγκέντρωση ώστε να αντιλαμβανόμαστε έγκαιρα και αποτελεσματικά την ενημέρωση που προκύπτει από τις οδικές πινακίδες, παίζει σημαντικό ρόλο.
Στην περίπτωση της βροχής και πιθανώς της μειωμένης ορατότητας, αυτό αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, αφού μεταξύ άλλων οι πινακίδες θα μας επιτρέψουν να αναγνωρίσουμε τα σημεία όπου το οδόστρωμα αποκτά έτσι και αλλιώς, μεγαλύτερη ολισθηρότητα.
Ακόμη ένα σημείο που χρειάζεται μεγάλη προσοχή, είναι το πέρασμα από λακκούβες. Συνήθως, αυτές γίνονται αντιληπτές από τον οδηγό, λόγω του συγκεντρωμένου και στάσιμου νερού που υπάρχει, ιδιαίτερα στη χώρα μας σε μικρές κυκλικές εσοχές, λίγα χιλιοστά ή εκατοστά κάτω από την επιφάνεια της ασφάλτου.
Ωστόσο, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της βροχής, το βάθος τους δε μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο, ειδικά αν ο οδηγός δε γνωρίζει πολύ καλά τη διαδρομή, οπότε πιθανό πέρασμα από αυτές θα μπορούσε να προκαλέσει σημαντική ζημιά στα ελαστικά ή την ανάρτηση.
Σε περίπτωση δε, που η ταχύτητα δεν είναι χαμηλή όπως συνίσταται, θα μπορούσε ακόμη και να προκαλέσει έξοδο από το δρόμο με ακόμη πιο οδυνηρές συνέπειες.
Το παραπάνω παράδειγμα πιστοποιεί για ακόμη μια φορά πως κατά την οδήγηση σε βρεγμένο οδόστρωμα, οι οδηγοί καλούνται να είναι ακόμη πιο προσεκτικοί από το συνηθισμένο.
Η ταχύτητα πρέπει έτσι και αλλιώς να είναι μειωμένη, ενώ πρέπει να έχουμε σαφώς τα δύο χέρια στο τιμόνι, ώστε να μπορούμε να αντιδράσουμε άμεσα σε περίπτωση απώλειας πρόσφυσης ή, κυρίως, στην ανάγκη αποφυγής κάποιου εμποδίου.
Στο πλαίσιο της προσεκτικής οδήγησης, θα ήταν καλό να τηρείται ακόμη μεγαλύτερη απόσταση από τα προπορευόμενα οχήματα.
Δύο βασικοί λόγοι είναι πως οι αποστάσεις φρεναρίσματος (πέδησης) σε βρεγμένο οδόστρωμα, αυξάνονται, καθώς τα ελαστικά γλιστρούν περισσότερο, ενώ ταυτόχρονα η αυξημένη απόσταση προσφέρει μεγαλύτερο χρόνο αντίδρασης και περισσότερες επιλογές, αν υπάρξει ανάγκη για απότομο ελιγμό.
Πιο... προχωρημένες καταστάσεις
Ένα φαινόμενο που θα κληθεί να αντιμετωπίσει σχεδόν κάθε οδηγός σε περίπτωση οδήγησης υπό βροχή, είναι η υδρολίσθηση, μια κατάσταση υπό την οποία το ελαστικό βρίσκεται σε νερό, οπότε η πρόσφυση μηδενίζεται καθώς χάνεται η επαφή με το οδόστρωμα.
Η διαχείριση της κατάστασης απαιτεί εμπειρία και κυρίως, ψυχραιμία, όπως μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Ακόμη μια περίπλοκη κατάσταση, που απαιτεί καλή κατανόηση της δυναμικής κατάστασης ενός οχήματος, είναι το "foaming", ελληνιστί αφρισμός. Αυτό προκύπτει με τις πρώτες σταγόνες βροχής, όταν δεν έχει δημιουργηθεί ακόμη στο έδαφος το πρώτο στρώμα νερού.
Σε αυτήν την περίπτωση, η βροχή αναμιγνύεται με λάδια, χώματα, φύλλα ή κάθε λογής "μόλυνση" στην άσφαλτο, καθιστώντας το οδόστρωμα γλιστερό, χωρίς να υπάρχουν σαφή σημάδια για αυτό στους οδηγούς που είτε δεν το γνωρίζουν, είτε δε διαθέτουν μεγάλη εμπειρία ώστε να το καταλάβουν.
Ακόμη και αν συμβεί αυτό, η λύση μπορεί να προέλθει από τη συντηρητική οδήγηση. Όσο χαμηλότερη είναι η ταχύτητα κίνησης και όσο πιο απαλές είναι οι κινήσεις μας, ώστε να μην προκαλούμε απότομες αλλαγές κατεύθυνσης ή δυναμικής κατάστασης (κυρίως αλλαγή κέντρου βάρους) στο αυτοκίνητο, τόσο πιο διαχειρίσιμο θα είναι το κάθε γλίστρημα που θα προκύψει.
Συμπέρασμα; Το τρίπτυχο προσοχή-αυτοσυγκέντρωση-γνώση των οδηγικών ικανοτήτων, τόσο των δικών μας όσο και των γύρω μας, μπορεί να συμβάλλει ώστε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ασφαλείς, κατά την κίνηση σε βρεγμένο οδόστρωμα.
ΝΩΝΤΑΣ ΔΟΥΖΙΝΑΣ
Photo: Unsplash - Clay Leconey